αράπικο φυστίκι

αράπικο φυστίκι
το
Erdnuss f

Griechisch-Deutsch-Wörterbuch. 2013.

Игры ⚽ Нужна курсовая?

Schlagen Sie auch in anderen Wörterbüchern nach:

  • φιστίκι — και εσφ. τ. φυστίκι, το, Ν 1. βοτ. κοινή ονομασία τού καρπού και τού εδώδιμου σπέρματος τής φιστικιάς 2. φρ. α) «φιστίκι Αιγίνης» βοτ. ο καρπός και το εδώδιμο σπέρμα τής αιγινίτικης ποικιλίας τού παραπάνω δένδρου β) «αράπικο φιστίκι» βοτ. ο… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”